ΕτικέτεςΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΤΙ ΝΑΝΑΙ ΧΙΟΥΜΟΡ




Εφαρμογή των αποφάσεων της Ε.Ε. για την εκταμίευση της νέας δόσης επιτάσσει η Α. Μέρκελ Η καγκελάριος Μέρκελ και ο πρόεδρος της Γαλλίας Σαρκοζί «συμφωνούν» για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και την Ελλάδα, από την οποία ζητούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις.
Την εφαρμογή των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων, έθεσε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ ως όρο για την εκταμίευση της επόμενης δόσης οικονομικής βοήθειας, μετά την συνάντηση που είχε, νωρίτερα, με τον Πρόεδρο της Γαλλίας, Νικόλα Σαρκοζί.
Οι δυο ηγέτες τόνισαν κατ’ επανάληψη ότι πρέπει να εφαρμοστούν όσα έχουν συμφωνηθεί με την Τρόικα, ενώ η κυρία Μέρκελ ανέφερε ότι έλαβε σχετική διαβεβαίωση από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Λουκά Παπαδήμο κατά την τηλεφωνική συνομιλία που είχε μαζί του την προηγούμενη εβδομάδα.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικώς με το εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει λάβει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να αποτρέψει ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας, η καγκελάριος σημείωσε ότι γίνεται ό,τι χρειάζεται ώστε καμία χώρα να μην αποχωρήσει από την Ευρωζώνη. «Η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι σε ένα λογικό μονοπάτι. Έχουν συμφωνηθεί συγκεκριμένα μέτρα με την Τρόικα και πρέπει να εφαρμοστούν. Το ίδιο και το ‘κούρεμα’. Πρέπει να δώσουμε μια ευκαιρία στην Ελλάδα, αλλά και η Ελλάδα πρέπει να ξαναγίνει ανταγωνιστική», δήλωσε η κυρία Μέρκελ. Ο κ. Σαρκοζί επανέλαβε ότι το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων (PSI) θα εφαρμοστεί μόνο για την Ελλάδα και διατύπωσε την πεποίθηση ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Η Μέρκελ και ο Σαρκοζί εξάλλου επανέλαβαν ότι θέλουν η Ελλάδα να παραμείνει εντός της ευρωζώνης, υπό τον όρο πάντως ότι η χώρα θα εφαρμόσει δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Η Μέρκελ έκρινε ότι είναι «αναγκαίο» να τεθεί σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, αλλά θέλησε να καθησυχάσει τις αγορές διαβεβαιώνοντας ότι η διαδικασία αυτή θα παραμείνει «μια εξαίρεση».
Η Μέρκελ συμφωνεί με τον Σαρκοζί για το φόρο Tobin
Παράλληλα, η, . Άγγελα Μέρκελ δήλωσε πως «προσωπικά» υποστηρίζει τη βούληση του Γάλλου προέδρου να επιβάλει ένα φόρο στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, όμως προσθέτει πως αντιμετωπίζει την αντίδραση της ίδιας της κυβέρνησής της.
Μολονότι ο Σαρκοζί τόνισε, μετά τη σημερινή συνάντησή τους στο Βερολίνο πως πεποίθησή του είναι «πως εάν δεν δώσουμε εμείς το παράδειγμα, αυτό δεν πρόκειται να γίνει» και πως «η ιδέα της Γαλλίας είναι να εφαρμοσθεί το σχετικό προσχέδιο της οδηγίας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Μέρκελ επέμεινε πως «στόχος της χώρας της είναι να έχουν θα πρέπει να έχουν κατατεθεί οι προτάσεις των υπουργών Οικονομίας για την επιβολή του φόρου αυτού έως τις αρχές Μαρτίου».
Η καγκελάριος δήλωσε πως μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει συμφωνία στους κόλπους της κυβέρνησής της για τη φορολόγηση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, αλλά διαβεβαίωσε πως «εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε γι’ αυτό».
Οι δύο ηγέτες τόνισαν στην κοινή συνέντευξη Τύπου πως οι χώρες τους ευελπιστούν πως το προσχέδιο για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών συνθηκών --που κατά κύριο λόγο προβλέπουν ενίσχυση των αυστηρών μέτρων λιτότητας και την εγγραφή του λεγόμενου «χρυσού κανόνα» στους προϋπολογισμούς-- θα έχει υπογραφεί έως «την 1η Μαρτίου».
«Ευελπιστούμε πως οι διαβουλεύσεις θα περαιωθούν εντός των προσεχών ημερών» και πως το προσχέδιο των μεταρρυθμίσεων «θα έχει υπογραφεί έως την 1η Μαρτίου», δήλωσε ο Σαρκοζί, για την αλλαγή της καταστατικής συνθήκης της ΕΕ, που εγκρίθηκε από τις 26 από τις 27 της χώρες τον περασμένο Δεκέμβριο.
Οι δύο ηγέτες τόνισαν επίσης πως έχουν ζητήσει την συνεργασία της ΕΚΤ όσον αφορά την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού προσωρινής οικονομικής στήριξης EFSF, για την αποτελεσματικότητα του οποίου δεν έχουν πεισθεί ακόμη οι επενδυτές.
Τέλος, το επιλεγόμενο «ζεύγος Μερκοζί» επέμεινε στην ανάγκη να συνοδευτούν οι προσπάθειες για την αυστηροποίηση των προϋπολογισμών με πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της απασχόλησης, που για τον Σαρκοζί αποτελεί μία «προτεραιότητα» και για τη Μέρκελ «έναν δεύτερο πυλώνα».
Συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ την Τρίτη
Επιπλέον, μετά τη συνάντηση με τον Γάλλο πρόεδρο, η καγκελάριος της Γερμανίας θα συνατηθεί με τη γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ την Τρίτη στο Βερολίνο.
«Είναι μια άτυπη συνάντηση, μια άτυπη ανταλλαγή απόψεων», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Μέρκελ, Στέφεν Ζάιμπερτ, προσθέτοντας ότι μετά τη συνάντησή τους θα δώσουν μια συνέντευξη Τύπου.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από AΠΕ-ΜΠΕ



Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Κυκλάδων κ. Ιωάννης Βρούτσης, με αφορμή τους διορισμούς υψηλόμισθων διευθυντών στον ΟΠΑΠ, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Όποια πέτρα και αν σηκώσει κανείς, θα ανακαλύψει τα γνωστά “πασοκικά φαινόμενα” κακοδιαχείρισης και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος.
Όπως, διαφαίνεται από τις αναγγελίες πρόσληψης της Επιθεώρησης Εργασίας (με α.π. 141/3.1.2012), ο ΟΠΑΠ αποτελεί άλλο ένα τρανό παράδειγμα δημόσιου οργανισμού που λειτουργεί ως “κομματικό λάφυρο” και χρησιμοποιείται απροκάλυπτα ως όχημα για την εξυπηρέτηση κομματικών ημετέρων και φίλων.
Μάλιστα, το θράσος των διοικούντων, ξεπερνάει κάθε όριο αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτές οι “πασοκικές συνταγές”, εφαρμόζονται ακόμη και σήμερα – σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα.
Σε μια εταιρεία, τα κέρδη και ο τζίρος της οποίας βαίνουν μειούμενα, το Διοικητικό Συμβούλιο επέλεξε- και χωρίς μάλιστα να έχει προηγηθεί η δέουσα αξιολόγηση- να δημιουργήσει εκ του μηδενός έξι νέες θέσεις υψηλόμισθων διευθυντών. Συγκεκριμένα, μόλις λίγους μήνες πριν τοποθετήθηκε νέος γενικός διευθυντής πωλήσεων (για πρώτη φορά) με μισθό που υπερβαίνει τις 11.000 € το μήνα, ενώ ακολούθησαν από 1/1/2012 και οι διορισμοί 5 ακόμη νέων διευθυντών με μηνιαίες αποδοχές που κυμαίνονται από 5.000 € έως 6.800 €.
Την ώρα που ολόκληρη η ελληνική κοινωνία βιώνει τις τραγικές συνέπειες της πολιτικής Παπανδρέου (περικοπές μισθών, συντάξεων, χαράτσια), τα “κομματικά δημιουργήματά της” συνεχίζουν να δρουν ανενόχλητα, επιβεβαιώνοντας ότι για τους λίγους και εκλεκτούς “Λεφτά Υπάρχουν”.
Για τα όσα προηγούμενα συμβαίνουν στον ΟΠΑΠ, ζητούμε από τον υπουργό Οικονομικών να δώσει επαρκείς εξηγήσεις και να επιληφθεί άμεσα του θέματος».